Η συλλογή πληροφοριών για τον τόπο μας, είναι μια διαθεματική εργασία του τμήματος Β2(2009-10) στα πλαίσια της πρώτης ενότητας του μαθήματος Νεοελληνική Γλώσσα.

Η συλλογή δημοτικών τραγουδιών της περιοχής μας είναι μια διαθεματική εργασία μαθητών του τμήματος Β2 2009-10 στο Μάθημα Νέα Ελληνικά, στο κείμενο «Να? σαι καλά, δάσκαλε!» του Γιώργου Ιωάννου.

Η μάνα, όταν χτενίζουν την νύφη

Σύρε παιδί μου στο καλό

και στην καλή την ώρα

και θα γεμίσει η στράτα σου

τριαντάφυλλα και ρόδα

 

Άσπρη, κάτασπρη μπαμπακιά

σε είχα στην αυλή μου,

σε πότιζα, σε δρόσιζα

σε είχα για δική μου

μα τώρα μας την παίρνουνε

ας πάει στην ευχή μου.

 

Της ξενιτιάς

είσαι μακριά, πολύ μακριά

και σε βουνά από πίσω

δε φθάνει το χεράκι μου,

για να σε χαιρετίσω

 

Ξενιτεμένο μου παιδί

και όμορφο γεράκι

η ξενιτειά σε χαίρεται

και εγώ πίνω φαρμάκι

 

Πικρή που ?ναι η ξενιτιά

πικρή σαν το φαρμάκι

κι όταν τη μάνα μου σκεφτώ

γλυκαίνομαι λιγάκι.

 

Ο ξένος μεσ? την ξενιτιά

σαν το πουλί γυρίζει

Δεν έχει μάνα, αδερφή

και έρμος τριγυρίζει.

 

Ξενιτεμένο μου πουλί

και παραπονεμένο

μαζέψου πια στο σπίτι σου

κι εγώ σε περιμένω.

 

Της αγάπης

Δίχτυα θα ρίξω στο γιαλό

με τα πανιά απλωμένα,

για να ψαρέψω μια καρδιά

που δεν πονεί για μένα.

 

Της θάλασσας της έταξα

ένα μπουκάλι μέλι

εγώ πάντα σε καρτερώ

και σένα δεν σε μέλει.

 

Εμείς τα δύο αγαπιόμαστε

κι όποιος ζηλεύει ας σκάσει

της πικροδάφνης το ζουμί

να πιεί να του περάσει

 

Εσύ αυτού μαραίνεσαι

κι εγώ εδώ λυπούμαι

Πότε νάρθει ο καιρός,

για να ανταμωθούμε.

 

Πηγή: προφορική απόδοση από την γιαγιά της μαθήτριας Μαριάννας του Β2

 

 

ΕΝΑΣ ΑΪΤΟΣ

 

Ένας, μωρέ ένας, ένας αϊτός καθότανε,

Μωρέ καθότανε,

Στον ήλιο και λιαζότανε, μωρέ λιαζότανε.

 

Κι έξυ-, μωρέ κι έξυνε τα νυχάκια του,

μωρέ τα νυχάκια του,

τα νυχοποδαράκια του, μωρέ ποδαράκια του.

 

Νύχια, μωρέ νύχια, νύχια μου και νυχάκια μου,

μωρέ και νυχάκια μου,

και νυχοποδαράκι μου, μωρέ ποδαράκια μου.

 

Την πέ-, την πέρδικα, την πέρδικα που πιάσατε,

μωρέ που πιάσατε,

να μην την εχαλάσετε, μωρέ μη χαλάσετε.

 

Θε να, μωρέ θε να, θε να τη βάλω στο κλουβί,

μωρέ στο κλουβί,

να κελαηδεί κάθε πρωί, μωρέ κάθε πρωί.


 

 

ΠΑΝΩ ΣΕ ΨΗΛΗ ΡΑΧΟΥΛΑ

 

Πα- μωρέ πάνω, σε ψηλή ραχούλα,

πάνω σε ψηλή ραχούλα, κάθεται μια βλαχοπούλα.

 

Και μωρέ και τη ρόκα της κρατάει

και τη ρόκα της κρατάει, πρόβατα κι αρνιά φυλάει.

 

Τσο- μωρέ τσοπανόπουλο από πέρα,

τσοπανόπουλο από πέρα, τραγουδάει με τη φλογέρα.

 

Τρα- μωρέ τραγουδάει το καημένο,

τραγουδάει το καημένο, με παράπονο, θλιμμένο.

 

ΝΑΤΑΝ ΤΑ ΝΙΑΤΑ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ

 

Ωρέ να 'ταν τα νιάτα,

να 'ταν τα νιάτα δυο φορές,

να 'ταν τα νιάτα δυο φορές

τα γηρατιά καμία.

 

Ωρέ να ξανανιώσω

να ξανανιώσω πουλί μου μια φορά

να ξανανιώσω μια φορά

να γίνω παλικάρι.

 

Ωρέ να βάνω το φε-,

να βάνω το φεσάκι μου,

να βάνω το φεσάκι μου,

να βγαίνω στο παζάρι.

 

 

ΙΤΙΑ - ΙΤΙΑ

 

Ιτιά, Ιτιά μοσχοϊτιά

μου 'χεις μαράνει την καρδιά.

 

Ιτιά, Ιτιά μέσα στο ρέμα

σ' αγαπώ δεν είναι ψέμα.

 

Ιτιά μου σε παρακαλώ

σκύψε να κόψω τον ανθό.

 

Στη Ρούμελη και στο Μοριά

όλοι χορεύουν την Ιτιά.

 

Ιτιά μου στα χρυσά σου κλώνια

κελαηδούν πουλιά κι αηδόνια.

 

Ιτιά μου εσύ γλυκιά

δώσε μου δυο γλυκά φιλιά.

 

Δώσε μου δυο γλυκά φιλιά

να μου γιατρέψεις την καρδιά.

 

 

Σ' ΑΓΑΠΩ ΓΙΑΤΙ ΕΙΣΑΙ ΩΡΑΙΑ

 

Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ γιατ' είσαι ωραία,

σ' αγαπώ γιατ' είσαι εσύ.

Αγαπώ, αγαπώ κι όλο τον κόσμο,

γιατί ζεις κι εσύ μαζί.

 

Το παρά- το παράθυρο κλεισμένο,

το παράθυρο κλειστό.

Άνοιξε, άνοιξε το ένα φύλλο

την εικόνα σου να ιδώ.

 

ΤΟ ΓΕΛΕΚΑΚΙ

 

Το γελεκάκι που φοράς,

εγώ στο 'χω ραμμένο.

Με πίκρες και με βάσανα

το 'χω φοδραρισμένο.

 

Φόρα το μωρό μου, φόρα το χρυσό μου,

γιατί δε θα το ξαναφορέσεις άλλο πια,

φόρα το για νάσαι για να με θυμάσαι,

για μετάξι έχω τα σγουρά σου τα μαλλιά.

 

Με πήρ' ο ύπνος κι έγειρα

στου καραβιού την πλώρη

και ήρθε και με ξύπνησε

του καπετάνιου η κόρη.

 

Αιντε το μαλώνω, το μαλώνω,

άιντε κι ύστερα το μετανιώνω.

Άιντε το μαλώνω και το βρίζω,

άιντε την καρδούλα του ραγίζω.

 

Ο ΑΜΑΡΑΝΤΟΣ

 

Αχ, για ιδέ-καλέ για ιδέ-

για ιδέστε τον αμάραντο!

(Για ιδέστε τον αμάραντο

σε τι βουνό φυτρώνει καλέ!) δις

 

Αχ φυτρώ-καλέ φυτρώ-

φυτρώνει μες στα δύσβατα.

(Φυτρώνει μες στα δύσβατα,

στις πέτρες στα λιθάρια καλέ.) δις

 

Αχ, ποτέ καλέ ποτέ.

Ποτέ του δε ποτίζεται!

Ποτέ του δε ποτίζεται

και δε κορφολογιέται καλέ.) δις

 

Αχ, τον τρών'καλέ τον τρών',

τον τρών'τα λάφια και ψοφούν.

(Τον τρών'τα λάφια και ψοφούν,

τ'αγρίμια κι ημερεύουν καλέ.) δις

 

 

Πουλάκι


Πουλάκι ξένο,

ξενητεμένο,

πουλί χαμένο,

πού να σταθώ;

Πού να καθήσω

να ξενυχτήσω,

να μη χαθώ;

 

Βραδυάζει η μέρα,

σκοτάδι παίρει,

και δίχως ταίρι,

πού να σταθώ;

Πού να φωλιάσω,

σε ξένο δάσο,

να μη χαθώ.

  

 

Νερατζούλα ?

 φουντωμένη

 

Νερατζούλα φουντωμένη, πούναι τ' άνθη σου

Πούναι η πρώτη σου ομορφάδα και τα κάλλη σου

 

Φύσηξε βοριάς αέρας και τα τίναξε

Κι η φουρτούνα του πελάου τ' αποχάλασε

 

Σε παρακαλώ βοριά μου φύσα ταπεινά

Για ταπείνωσ' την αντάρα και τον κουρνιαχτό

Τη βοή σου τη μεγάλη και τον αχητό

Για ν' αράξουν τα καράβια τα σπετσιώτικα

Νάρθουν και τα παλικάρια τα νησιώτικα

 

Όλα τα καράβια αράξαν κι όλα φάνηκαν

Κι ο λεβέντης ο δικός μου δεν εφάνηκε

Και ποιος ξέρει σε τι κύμα δέρνει να πνιγεί

 

Και δεν κλαίς την ομορφιά σου κόρη όμορφη

Μόνε κλαίς τον ταξιδιώτη που σ' απάριασε

 

Τάχα ποια θα με φιλήσει τα μεσάνυκτα

Τάχα ποια θε ν' αγκαλιάσει το ξημέρωμα.


Πηγή: προφορική απόδοση από την γιαγιά και τον πατέρα της Αγγελικής του Β2